Η πιο πρόσφατη έρευνα της McKinsey για την τεχνητή νοημοσύνη στον χώρο εργασίας αποκαλύπτει ένα εντυπωσιακό χάσμα μεταξύ των φιλοδοξιών των οργανισμών και της πραγματικότητας της υλοποίησης. Παρόλο που σχεδόν όλες οι εταιρείες που συμμετείχαν στην έρευνα επενδύουν στην τεχνητή νοημοσύνη, μόλις το 1% θεωρεί ότι έχει φτάσει σε επίπεδο ωριμότητας στην εφαρμογή της.
Η έκθεση, με τίτλο «Υπεραρμοδιότητα στον Χώρο Εργασίας: Ενδυναμώνοντας τους Ανθρώπους να Απελευθερώσουν το Πλήρες Δυναμικό της ΤΝ», δημοσιεύτηκε τον Ιανουάριο του 2025 και παρουσιάζεται από τους συνεργάτες της McKinsey Μάικλ Τσούι, Ρότζερ Ρόμπερτς και Λαρέινα Γι σε ειδική εκδήλωση στις 29 Ιουλίου 2025. Η έρευνα αντλεί έμπνευση από το βιβλίο του Ριντ Χόφμαν «Superagency: What Could Possibly Go Right with Our AI Future», το οποίο εξερευνά πώς η τεχνητή νοημοσύνη μπορεί να ενισχύσει τις ανθρώπινες δυνατότητες και την αυτονομία.
Σύμφωνα με τη μελέτη, η τεχνητή νοημοσύνη ξεχωρίζει από προηγούμενες τεχνολογικές καινοτομίες όπως το διαδίκτυο, τα smartphones και το cloud computing, επειδή προσφέρει πολύ περισσότερα από απλή πρόσβαση σε πληροφορίες. Τα σύγχρονα συστήματα ΤΝ μπορούν να συνοψίζουν περιεχόμενο, να γράφουν κώδικα, να συμμετέχουν σε διάλογο, να επιλύουν προβλήματα μέσω συλλογιστικής και να λαμβάνουν αποφάσεις. Αυτό σηματοδοτεί μια θεμελιώδη μετατόπιση από εργαλεία που απλώς παρέχουν πληροφορίες σε εκείνα που μπορούν να τις επεξεργάζονται και να δρουν βάσει αυτών.
Η έρευνα αποκαλύπτει ότι οι εργαζόμενοι υιοθετούν την τεχνητή νοημοσύνη με ταχύτερο ρυθμό απ’ ό,τι αντιλαμβάνονται οι ηγέτες τους. Ενώ τα στελέχη της ανώτατης διοίκησης εκτιμούν ότι μόλις το 4% των εργαζομένων χρησιμοποιεί γενετική τεχνητή νοημοσύνη για τουλάχιστον το 30% της καθημερινής τους εργασίας, το πραγματικό ποσοστό είναι πάνω από τρεις φορές υψηλότερο, φτάνοντας το 13%. Επιπλέον, το 47% των εργαζομένων πιστεύει ότι η ΤΝ θα αντικαταστήσει σχεδόν το ένα τρίτο της εργασίας τους μέσα σε έναν χρόνο — μια πρόβλεψη που οι ηγέτες υποτιμούν σημαντικά.
Ίσως το πιο εντυπωσιακό εύρημα της μελέτης είναι ότι το βασικό εμπόδιο για την επιτυχημένη εφαρμογή της τεχνητής νοημοσύνης δεν είναι οι τεχνολογικοί περιορισμοί ή η αντίσταση των εργαζομένων, αλλά η ευθυγράμμιση και το όραμα της ηγεσίας. Σχεδόν οι μισοί (47%) από τα στελέχη της ανώτατης διοίκησης πιστεύουν ότι οι εταιρείες τους κινούνται πολύ αργά στην ανάπτυξη της ΤΝ λόγω έλλειψης ευθυγράμμισης στην ηγεσία και κενών σε ταλέντο.
«Αυτή είναι η στιγμή για τους ηγέτες να θέσουν τολμηρούς στόχους για την ΤΝ και να ανταποκριθούν στις ανάγκες των εργαζομένων με εκπαίδευση εντός εργασίας και ανάπτυξη με επίκεντρο τον άνθρωπο», αναφέρει η έκθεση. Οι εταιρείες που δεν θα τολμήσουν να επιδιώξουν συστημικές αλλαγές κινδυνεύουν να μείνουν πίσω από τους ανταγωνιστές που αξιοποιούν με επιτυχία τον μετασχηματιστικό ρόλο της τεχνητής νοημοσύνης.